Το  botox παρουσιάζεται ως μία ασφαλή και αξιόπιστη μέθοδος θεραπείας της σπαστικότητας σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση. Πολλές είναι οι έρευνες που έχουν δείξει ότι μειώνει τον μυικό τόνο, ανακουφίζει από τους μυικούς πόνους και βελτιώνει σημαντικά την κινητική λειτουργία. Οι τελευταίες επιστημονικές μελέτες δείχνουν τη σημαντικότητα των προγραμμάτων αποκατάστασης και φυσικοθεραπείας μετά την εφαρμογή botox.

Πολλοί ερευνητές παρατήρησαν πώς παιδιά με εγκεφαλική παράλυση που δραστηριοποιήθηκαν μέσω φυσιοθεραπευτικού προγράμματος παρουσίασαν πολύ μεγάλη βελτίωση στον μυικό τους τόνο στους μυς που πραγματοποιήθηκε η έγχυση συγκριτικά με παιδιά που δεν μετείχαν σε πρόγραμμα. Πρόσφατες μελέτες αναδεικνύουν τη σημαντικότητα της φυσικοθεραπείας σε συνδυασμό με την έγχυση botox. Μελέτη έδειξε πώς ένα φυσικοθεραπευτικό πρόγραμμα 2 εβδομάδων μετά την έγχυση botox είναι πιο αποτελεσματικό και βελτιώνει σημαντικά τα σκορ GMFM συγκριτικά με την απλή έγχυση botox χωρίς φυσικοθεραπεία.

Η έγχυση botox στους μυς των κάτω άκρων βελτιώνει τον μυικό τόνο και την κινητικότητα σε παιδιά με σπαστική εγκεφαλική παράλυση και η διάρκεια του είναι έως 3 μήνες. Οι κυριότεροι μύες στους οποίους εφαρμόζεται η παραπάνω ενέσιμη θεραπεία είναι οι εξής: 1) προσαγωγοί αντίχειρα και δάκτυλων 2) βραχύς και μάκρος εκτείνων τον αντίχειρα 3) επιπολής καμπτήρας των δακτύλων 4) πρηνιστές 5) ωλένιος και κερκιδικός καμπτήρας του καρπού 6) βραχιονοκερκιδικός 7) μείζων θωρακικός η προσαγωγοί κάτω άκρου 8) έσω μηριαίοι 9) γαστροκνήμιος 10) υποκνημίδιος 11) οπίσθιος κνημιαίος (Coutinho dos santos et al 2001).

Σήμερα ενδείξεις σύμφωνα με τις οποίες μπορεί να χορηγηθεί η συγκεκριμένη νευροτοξίνη σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση αποτελούν (Ζαφειρίου et al 2006): Στα κάτω άκρα:

  • Δυναμική ιπποποδία που επιμένει κατά την διάρκεια της βάδισης
  • Δυναμική κάμψη του γόνατος με γωνία πάνω από 20 μοίρες κατά την βάδιση που δυσχεραίνει την βάδιση
  • Σημαντικός ψαλιδισμός και προσαγωγή των ισχίων
  • Παρουσία drop foot
  • Πρότυπο βάδισης κατάρρευσης (crouch gait)

 

Τα βασικά πλεονεκτήματα της θεραπείας:

Τα πλεονεκτήματα από την εφαρμογή του botox είναι πολλά και σημαντικά.

– Απλός τρόπος χορήγησης, χωρίς ιδιαίτερη προετοιμασία από τον ασθενή.

– Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι ελάχιστες, παροδικές και δεν επανεμφανίζονται, με την κατάλληλη ρύθμιση της δόσης.

– Με τη χρήση της αλλαντικής τοξίνης μπορούμε να μειώσουμε ή να διακόψουμε, τη φαρμακευτική αγωγή  για την αντιμετώπιση της σπαστικότητας, μειώνοντας έτσι τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες τους, όπως γενικευμένη κόπωση και γαστρεντερικές διαταραχές.

– Αντίθετα με τα από του στόματος χορηγούμενα μυοχαλαρωτικά φάρμακα, η αλλαντική τοξίνη χορηγείται μόνο τοπικά με ενδομυϊκή έγχυση, χαλαρώνοντας μόνο τους εν συσπάση μύες χωρίς να επιβαρύνειτους υπόλοιπους και χωρίς να προκαλεί συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες.

– Η αλλαντική τοξίνη προκαλεί, αποδεδειγμένως, ελάττωση της σπαστικότητας βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής και προσφέροντας σημαντική βοήθεια στο συνολικό πρόγραμμα αποκατάστασης.

-Παρότι είναι μια πολύ ισχυρή τοξίνη, οι δόσεις που χρησιμοποιούνται είναι τόσο μικρές που δεν έχουν επιβλαβές αποτέλεσμα.

Η BTX-A επιπλέον χρησιμοποιείται για την:

  • Προστασία των μαλακών μορίων και των τενόντων σε παιδιά
  • Βελτίωση των ακουσίων κινήσεων στην δυστονία και στην αθετωσική εγκεφαλική παράλυση .
  • Βελτίωση ποιότητας ζωής του ασθενούς .
  • Ελάττωση του πόνου μετεγχειρητικά λόγω σπαστικότητας . • Πρόληψη της δυσπλασίας της κοτύλης σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση και δυσπλασίας σε παιδιά με μαιευτική παράλυση.
  • Βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ ανταγωνιστών και πρωταγωνιστών μυών, βελτίωση της βάδισης σε ιπποποδία, αύξηση της λειτουργικότητας άνω άκρου έπειτα από βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση και βελτίωση του ελέγχου της ουροδόχου κύστεως μετά από τραυματισμό του νωτιαίου μυελού (Βασιλειάδης et al 2009)

Παρενέργειες Botox

Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που μπορεί να προκληθούν άμεσα η υστέρα από κάποιο χρονικό διάστημα μετά την έγχυση είναι σπάνιες αν τηρείται το πρωτόκολλο της τεχνικής και της δοσολογίας που αναφέρθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο. Αυτές μπορεί να είναι τοπικές στο σημείο της έγχυσης η απομακρυσμένες από το σημείο αυτό. Τοπικά μπορεί να προκληθεί πόνος, εξάνθημα και αίσθημα καύσης στο σημείο που έχει προηγηθεί η έγχυση. Ωστόσο η πιο συχνή επιπλοκή είναι η αδυναμία σε παρακείμενους μύες λόγω διάχυσης της νευροτοξίνης σε μη επιλεγμένη περιοχή (Carr et al 1998). Έρευνα του Rameckers 2007 σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση κατέληξε στο ότι οι εγχύσεις αλλαντικής τοξίνης μπορούν να προκαλέσουν μυϊκή αδυναμία στους εν λόγω μύες ενώ τα αποτελέσματα τους δεν είναι καλύτερα από μια συντηρητική φυσιοθεραπευτική προσέγγιση στην λειτουργικότητα των άνω άκρων (Rameckers et al 2007).

Μια πρόσφατη μετανάλυση κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό με την μυϊκή αδυναμία να αντιπροσωπεύει το 25 % των περιπτώσεων που έχουμε κάποια παρενέργεια (Εames et al 1999). Αν και είναι προσωρινή και δοσοεξαρτώμενη η έγχυση της αλλαντικής τοξίνης μπορεί να προκαλέσει ηλεκτροφυσιολογικές ανωμαλίες και παράλυση απομακρυσμένων μυών. Γενικευμένες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σπάνιες και περιλαμβάνουν ακράτεια ούρων, γενικευμένη αδυναμία, 19 δυσκοιλιότητα ,πυρετό ,ξηροστομία και δυσφαγία ιδιαίτερα σε παιδιά. Πλέον σοβαρή επιπλοκή είναι η πνευμονία από εισρόφηση σε ασθενείς με εγκεφαλική παράλυση που αφορά όλο το σώμα και μπορεί να συμβεί από συστηματική διασπορά μικρής ποσότητας νευροτοξίνης η οποία μπορεί να επηρεάσει την λειτουργία του φάρυγγα (Shaari et al 1991).

Για την πραγματοποίηση των εκάστοτε ερευνών με θέμα την έγχυση νευροτοξίνης σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση σημαντικό ρόλο παίζει το όριο ηλικίας των υποψηφίων καθώς αυτό θα πρέπει να κυμαίνεται από τα 2 χρόνια έως τα 18 με την θεραπεία όμως να μπορεί να εφαρμοστεί εξίσου αποτελεσματικά και σε παιδιά μικρότερα των 2 ετών (Papavasiliou et al 2012).