Το οπτικό σύστημα είναι ικανό να μας παρέχει πληροφορίες για το περιβάλλον. Η όραση είναι πολύ σημαντική για την μετακίνηση, την ισορροπία, την αντίληψη του χώρου αλλά και την αντίληψη του σώματος μας στον χώρο. Όπως αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, μέσω της όρασης μπορούμε να προγραμματίσουμε την διαδρομή που καλούμαστε να κάνουμε κάθε φορά που πρέπει ή θέλουμε να πάμε κάπου.

Η οπτική αντίληψη του περιβάλλοντος κατά την διάρκεια μιας μετακίνησης επιτρέπει τον προσανατολισμό του ατόμου προς τον στόχο, ρυθμίζοντας την κατεύθυνση του και αποφεύγοντας τα εμπόδια και τις πτώσεις.Επομένως, κάθε διαταραχή που συμβαίνει στην όραση θα διαταράξει σίγουρα και όλα τα παραπάνω. Μέσα από μία οπτική διαταραχή θα αλλαχτεί, επίσης,  το πρότυπο της βάδισης του ατόμου,  και θα μειωθούν η ταχύτητα της βάδισης και το μήκος βήματος  του.

Έρευνες έχουν δείξει ότι τα τυφλά παιδιά παρουσιάζουν αργό περπάτημα, μικρό μήκος βήματος και μεγάλη διάρκεια στάσης.Επίσης, έρευνες έχουν δείξει ότι παιδιά με μειωμένη όραση αλλά και τύφλωση έχουν καθυστερημενη ανάπτυξη σε σύγκριση με βλέποντα παιδιά.  Μια από τις έρευνες έδειξε ότι τα τυφλά παιδιά καθυστέρησαν γύρω στους 6 μήνες να κατακτήσουν τα κινητικά ορόσημα της ηλικίας τους. Αυτό είναι ένα δικαιολογημένο φαινόμενο μιας και τα παιδιά αναπτύσσονται κινητικά μέσα από το κίνητρο που τους δίνει η όραση. Η έλλειψη του κινήτρου είναι υπαρκτή στα παιδιά με μειωμένη όραση ή τύφλωση. Ας σημειωθεί σε αυτό το σημείο πως η έννοια της μονιμότητας των αντικειμένων ή των ανθρώπων διδάσκεται μέσω της όρασης.

Η ακοή, που ως αίσθηση είναι ανεπτυγμένη στα τυφλά παιδιά,  εξακολουθεί να παραμένει ένα φτηνό υποκατάστατο για τον σχηματισμό μιας εσωτερικής εικόνας για τα αντικείμενα και τους ανθρώπους.  Από πολύ μικρή ηλικία το παιδί θα γυρίσει το κεφάλι προς την κατεύθυνση του ήχου. Τότε το παιδί θα αρχίσει να αναπτύσσει μια ένωση  ακουστικού και οπτικού ερεθίσματος, ενώ το τυφλό παιδί θα είναι λιγότερο ικανό να αναζητήσει την πηγή του ήχου.Το τυφλό παιδί θα πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στην ανάπτυξη της ένωσης ακουστικού και απτικού ερεθίσματος.

Από αυτή κιόλας την μικρή ηλικία μπαίνει η φυσικοθεραπεία στη ζωή ενός παιδιού με διαταραχές όρασης. Ο φυσικοθεραπευτης πρέπει διδάξει την οικογένεια για να αυξηθεί το κίνητρο του παιδιού και οι γνωστικές του λειτουργίες- που αναπτύσσονται μέσα από το παιχνίδι. Επίσης, ο φυσικοθεραπευτής θα χρειαστεί να αναλάβει εντατικά το παιδί ώστε να κατακτηθούν τα κινητικά ορόσημα που απαιτούνται για την κατάκτηση της βάδισης.

Η βάδιση πρέπει να είναι μια ασφαλής μετακίνηση ώστε να αποφευχθούν οι πτώσεις. Αυτού του είδους η ασφάλεια παρέχεται μέσα από την φυσικοθεραπεία και την εκμάθηση της ισορροπίας και την σωστή τοποθέτηση του κέντρου βάρους του σώματος. Μέσα από την φυσικοθεραπεία το παιδί μαθαίνει να βαδίζει έχοντας σωστό προσανατολισμό,  γρήγορη ταχύτητα και μεγάλο μήκος βήματος.  Παράλληλα, ο φυσικοθεραπευτής μαθαίνει στο παιδί την αντίληψη του περιβάλλοντος χώρου, την πλευρίωση, τον προσανατολισμό και την αντίληψη του σώματος του παιδιού στον χώρο.

Με αυτόν τον τρόπο το παιδί μπορεί να βαδίσει ανεξάρτητο χωρίς να κινδυνεύει να χάσει τον προσανατολισμό του ή να πέσει χάνοντας την ισορροπία του.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι αν μιλάμε για μια σοβαρή οπτική διαταραχή που οδηγεί σε χαμηλή όραση ή/ και τύφλωση  το παιδί θα πρέπει να εκπαιδευτεί στην βάδιση με μπαστούνι και σε αυτή την διαδικασία είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος του φυσικοθεραπευτή και όλα όσα καλείτε να μπορεί να προετοιμάσει και να δουλέψει θεραπευτικά με το παιδί.